3 Δεκεμβρίου 2018

Γιατί πρέπει να εκκλησιαζόμαστε;

Μερικοί άνθρωποι ισχυρίζονται ότι δεν χρειάζεται να πηγαίνουν στην εκκλησία για να λατρέψουν τον Θεό. «Μπορώ να Τον λατρέψω, λένε, οπουδήποτε και οποτεδήποτε». Και μια επιπόλαιη σκέψη θα μπορούσε να μας οδηγήσει σ’ αυτό το συμπέρασμα. Τότε, όμως, γιατί πολλοί συνηθίζουν να πηγαίνουν στην εκκλησία, τουλάχιστον την ημέρα των Χριστουγέννων και του Πάσχα;
Ο Θεός είναι ο ίδιος τις άγιες αυτές ημέρες όπως και τις υπόλοιπες ημέρες του χρόνου. Ωστόσο, η παρουσία μας στην εκκλησία έχει βιβλικά ερείσματα. Ο Ιησούς Χριστός πήγαινε στις συνάξεις της Συναγωγής τακτικά: «Ήρθε επίσης στη Ναζαρέτ, όπου είχε ανατραφεί, και το Σάββατο μπήκε, κατά τη συνήθειά του, στη συναγωγή» (Λουκάς 4:16). Η Βίβλος προτρέπει: «φροντίζοντας να μην παραμελούμε τις συνάξεις μας, όπως το έχουν κάνει συνήθεια μερικοί, αλλά να ενθαρρύνουμε ο ένας τον άλλο» (Εβραίους 10:25). Σήμερα, πηγαίνουμε στις συνάξεις της εκκλησίας μας επειδή το θέλουμε πραγματικά και νιώθουμε την ανάγκη ή επειδή έτσι απλώς από συνήθεια ή εξαιτίας της πίεσης των γονιών μας ή των παππούδων μας; Θεωρούμε ότι στον χώρο αυτό λατρεύουμε τον Θεό και Του δίνουμε την τιμή που Του αρμόζει ή θεωρούμε τον χώρο της εκκλησίας απλώς ως χώρο κοινωνικών επαφών και γνωριμιών;

Ακόμη όμως και αν θεωρεί κανείς ότι η παρουσία του στην εκκλησία δύο ή πέντε Κυριακές τον χρόνο είναι ένας τρόπος με τον οποίο δείχνει την ευσέβειά του, τότε οι υπόλοιπες σχεδόν πενήντα Κυριακές του έτους δείχνουν πολλά περισσότερα για την άλλη πλευρά του χαρακτήρα του. Ίσως η αιτία της αποχής μας από την εκκλησία να οφείλεται στην υπεραπασχόλησή μας και την παντελή έλλειψη χρόνου, εξαιτίας των επαγγελματικών και οικογενειακών μας υποχρεώσεων.

Τι γίνεται όμως με τις λοιπές ασχολίες μας; Δεν έχουμε χρόνο ούτε για εκείνες ή απλώς η συμμετοχή μας στη ζωή της τοπικής εκκλησίας είναι τελευταία στη λίστα των προτεραιοτήτων μας; Κάποιοι από εμάς έχουμε συνηθίσει να παρακολουθούμε τη λειτουργία της εκκλησίας από την τηλεόραση. Γιατί δεν κάνουμε το ίδιο τότε και με τη λειτουργία της Κυριακής των Χριστουγέννων και του Πάσχα. Μ’ άλλα λόγια είναι δυνατόν να καθησυχάζουμε τη συνείδησή μας με δύο ώρες που θα ξοδέψουμε ολόκληρο τον χρόνο στον οίκο του Θεού αδιαφορώντας όμως τον υπόλοιπο;

Βέβαια, το να πηγαίνει κανείς στην εκκλησία αποτελεί μέρος μόνο της χριστιανικής ζωής, καθώς υπάρχουν και άλλα εξίσου σπουδαία πράγματα να σκεφτούμε. Η αδιαφορία μας όμως για τις συνάξεις της εκκλησίας εγείρει ερωτηματικά για τη γνησιότητα της χριστιανικής μας πίστης. Είναι δυνατόν να αγαπούμε τον Θεό μ’ όλη μας την καρδιά, τον νου και την ψυχή και παρόλα αυτά να μην πηγαίνουμε στον οίκο Του; Μπορεί να χτιστεί σχέση εμπιστοσύνης και αγάπης μεταξύ του Θεού και του ανθρώπου, αν ο τελευταίος δεν επισκέπτεται τον Δημιουργό του στον λατρευτικό χώρο που του αρμόζει;

Το κείμενο αυτό δεν έχει σκοπό να μας προτρέψει να προσθέσουμε στη λίστα των υποχρεώσεών μας μία ακόμη υποχρέωση, προκειμένου να εξασφαλίσουμε μία θέση στον ουρανό. Σκοπό έχει να μας κάνει να προβληματιστούμε για τις προτεραιότητες που έχουμε βάλει στη ζωή μας και για όσα πράγματα θεωρούμε σημαντικά που αξίζουν τον χρόνο μας. Αποτελεί συνάμα και μία παρακίνηση έτσι ώστε να αναλογιστούμε τις ευλογίες του Θεού πάνω μας που, δυστυχώς, πολλές φορές αντί να μας καθιστούν ευγνώμονες απέναντί Του, καταλήγουν να μας απορροφούν εξολοκλήρου και να μας απομακρύνουν από Εκείνον που μας τις έδωσε.
Μετάφραση: Μαρία Γούδα Κοκτσίδου, Οδοντίατρος

Προσφορά της Νεολαίας της Ευαγγελικής Εκκλησίας Κατερίνης info@eeek.gec.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: