10 Αυγούστου 2020

Πότε είναι πιθανότερα τα περιστατικά υπερμετάδοσης του κορονοϊού

Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν πρόκειται να μεταδώσουν σε πολλούς άλλους τον κορονοϊό, αλλά οι λιγοστοί που βρίσκονται στο λάθος σημείο στη λάθος στιγμή της λοίμωξης, είναι αρκετοί για να κάνουν ευρύτερη «ζημιά», σύμφωνα με τους επιστήμονες. Όλες οι εκτιμήσεις από διάφορες χώρες συνηγορούν ότι μόνο το 10% έως 20% των κρουσμάτων ευθύνονται για το 80% περίπου των νέων λοιμώξεων.


Μια νέα μελέτη Αμερικανών επιστημόνων, με επικεφαλής τον ειδικό στη μαθηματική-επιδημιολογική μοντελοποίηση δρα Τζόσουα Σίφερ του Αντικαρκινικού Κέντρου Φρεντ Χάτσινσον του Σιάτλ, η οποία προδημοσιεύθηκε στο medRxiv, σύμφωνα με τους «Τάιμς της Νέας Υόρκης», αναφέρει ότι ένα περιστατικό υπερμετάδοσης πιθανότατα θα συμβεί όταν συνδυαστούν δύο πράγματα: ένας άνθρωπος που βρίσκεται σε τέτοια φάση κορύφωσης της λοίμωξης Covid-19, ώστε ο οργανισμός του διαθέτει μεγάλο ιικό φορτίο που διαχέει στο περιβάλλον, βρεθεί σε ένα χώρο όπου συνωστίζονται πολλοί άνθρωποι, ιδίως χωρίς μάσκα.

Ο κορονοϊός, ο οποίος εκχέεται από το στόμα και από τη μύτη του φορέα (από όπου επίσης εισδύει στους άλλους ανθρώπους), μπορεί να εκτοξευθεί σε αρκετά μέτρα απόσταση και επίσης να αιωρείται στον αέρα για ώρες. Ένας άνθρωπος μπορεί έτσι να κολλήσει δεκάδες -ή και εκατοντάδες- άλλους μέσα σε μερικές ώρες που θα περάσει σε ένα γάμο, ένα πάρτι, ένα πανηγύρι κ.α.

«Ένα μικρό ποσοστό ανθρώπων φαίνεται πως μολύνουν πολλούς άλλους ανθρώπους», τόνισε ο δρ Σίφερ, σύμφωνα με το μοντέλο του οποίου το πιο επικίνδυνο «παράθυρο» για υπερμετάδοση είναι πολύ σύντομο χρονικά, μια περίοδος μίας έως δύο ημερών μέσα στην επόμενη εβδομάδα από την αρχική λοίμωξη ενός ατόμου, όταν δηλαδή η παρουσία του ιού SARS-CoV-2 βρεθεί στο «φόρτε» της μέσα στο σώμα του.

Παρόλα αυτά, σύμφωνα με τους επιστήμονες, ο κορονοϊός μπορεί να μεταδοθεί και πέρα από αυτό το χρονικό «παράθυρο», συνεπώς είναι αναγκαίο να τηρούνται σχολαστικά μέτρα όπως η τήρηση των φυσικών αποστάσεων και η χρήση μάσκας. Όσο περισσότερο πάντως παρατείνεται η διάρκεια της λοίμωξης Covid-19, τόσο μειώνεται η πιθανότητα ο ασθενής να κολλήσει άλλους γύρω του.

Η δυσκολία είναι να εντοπιστούν όσοι βρίσκονται στην πιο μολυσματική χρονική φάση τους, ώστε να απομονωθούν ή να αυτοαπομονωθούν, ιδίως από τη στιγμή που μερικοί άνθρωποι αργούν πολλές μέρες -ακόμη και εβδομάδες- να εκδηλώσουν συμπτώματα, ενώ πολύ περισσότεροι είναι οι ασυμπτωματικοί. Σύμφωνα με τον Σίφερ, είναι συχνό να κορυφώνεται το ιικό φορτίο σε έναν άνθρωπο και, παρόλα αυτά, αυτός να μην εμφανίζει ακόμη κανένα σύμπτωμα.

Αλλά και στους συμπτωματικούς, η περίοδος επώασης του ιού -από την αρχική λοίμωξη έως τα πρώτα συμπτώματα- διαφέρει αρκετά από άνθρωπο σε άνθρωπο, σε τέτοιο σημείο που μερικοί άνθρωποι αρρωσταίνουν πριν καν αρρωστήσει αυτός που τους μετέδωσε τον ιό. Αυτό συμβαίνει πολύ σπάνια με την πιο προβλέψιμη γρίπη, η οποία σχεδόν πάντα προκαλεί συμπτώματα μέσα σε λίγες μέρες.

Πέρα από την κακή συγκυρία, ορισμένοι άνθρωποι φαίνεται να έχουν -για άγνωστο λόγο- μεγαλύτερη βιολογική προδιάθεση να μεταδώσουν τον κορονοϊό, κάτι που «αποτελεί μυστήριο», κατά τον δρα Σίφερ. Όπως είπε, από τις τρεις παραμέτρους της υπερμετάδοσης (φάση κορύφωσης του ιικού φορτίου, συνωστισμός σε χώρους και βιολογική προδιάθεση), τελικά οι υγειονομικές αρχές μπορούν να επηρεάσουν περισσότερο τη δεύτερη παράμετρο, δηλαδή να μειώσουν την πιθανότητα συνωστισμού μέσω απαγορεύσεων και περιορισμών.


Οι νεαροί ασυμπτωματικοί είναι εξίσου μολυσματικοί με όσους έχουν συμπτώματα, 
επιβεβαιώνει μελέτη

Οι νέοι άνθρωποι με επιβεβαιωμένη Covid-19 αλλά χωρίς συμπτώματα της νόσου είναι εξίσου ικανοί να κολλήσουν άλλους ανθρώπους, όσο και αυτοί που έχουν συμπτώματα, γι' αυτό πρέπει, επίσης, να απομονώνονται, ώστε να εμποδίζεται η εξάπλωση του κορονοϊού SARS-CoV-2. Αυτό δείχνει μία νέα νοτιοκορεατική επιστημονική μελέτη, σύμφωνα μάλιστα με την οποία το ιικό φορτίο στους ασυμπτωματικούς μειώνεται με πιο αργό ρυθμό από ό,τι στους συμπτωματικούς. Τουλάχιστον ο ένας στους τρεις από όσους κολλάνε τον κορονοϊό δεν έχει συμπτώματα, αλλά είναι φαινομενικά υγιής, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει πως δεν μπορεί να μεταδώσει τον ιό σε άλλους. Ακριβώς αυτό, άλλωστε, δυσκολεύει τις προσπάθειες των υγειονομικών Αρχών να ελέγξουν την πανδημία και να αποτρέψουν νέα επιδημικά κύματα.

Οι ερευνητές του Κολλεγίου Ιατρικής του Πανεπιστημίου και του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Σουντζουνγιάνγκ της Σεούλ, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο αμερικανικό ιατρικό περιοδικό «JAMA Internal Medicine», ανέλυσαν στοιχεία για 303 ασθενείς με διάμεση ηλικία 25 ετών (22 έως 36) με διαγνωσμένη νόσο Covid-19, από τους οποίους το 36%, δηλαδή πάνω από ένας στους τρεις, δεν είχαν συμπτώματα τη στιγμή της διάγνωσης. Το ένα πέμπτο των ασυμπτωματικών ασθενών (19%) εμφάνισαν τελικά συμπτώματα στη διάρκεια της απομόνωσής τους. Η μελέτη κάνει σαφή διάκριση ανάμεσα στους προσυμπτωματικούς (που τελικά θα αναπτύξουν συμπτώματα αλλά με καθυστέρηση) και στους πραγματικούς ασυμπτωματικούς (που ποτέ δεν θα εμφανίσουν συμπτώματα), οι οποίοι ήταν περίπου 30% στη νοτιοκορεατική μελέτη.

Τρεις στους τέσσερις ασυμπτωματικούς (75%) διαγνώστηκαν αρνητικοί στον κορονοϊό -μία σαφής ένδειξη ανάρρωσης- 21 μέρες μετά την αρχική διάγνωση, έναντι 70% των ατόμων με συμπτώματα. Αρκετοί, συνεπώς, ασυμπτωματικοί συνέχιζαν να βγαίνουν θετικοί στα νέα τεστ ακόμη και μετά από τρεις εβδομάδες από τότε που πρωτοδιαγνώστηκαν με τον ιό.

Το ιικό φορτίο (η ποσότητα του ιού στο σώμα), με βάση δείγματα που ελήφθησαν από το κατώτερο αναπνευστικό σύστημα, διαπιστώθηκε ότι μειωνόταν πιο αργά στους ασυμπτωματικούς, μερικοί από τους οποίους συνέχιζαν να διαχέουν γύρω τους τον κορονοϊό, άρα να είναι μολυσματικοί, ακόμη και 30 ημέρες μετά την αρχική διάγνωση. Σε κάθε περίπτωση, είναι πλέον σαφές ότι ένα ποσοστό τόσο συμπτωματικών όσο και ασυμπτωματικών ασθενών συνεχίζουν να έχουν τον κορονοϊό στον οργανισμό τους για μερικές (ή και πολλές) ημέρες πέρα από το χρονικό διάστημα των 14 ημερών, που έχει υιοθετηθεί διεθνώς για την απομόνωση των διαγνωσμένων κρουσμάτων.

«Αν και λίγα πράγματα είναι γνωστά για τη μολυσματικότητα των ασυμπτωματικών ασθενών, τα ευρήματα μας παρέχουν βιολογικές ενδείξεις που δείχνουν τη δυνατότητα μετάδοσης του ιού από τους ασυμπτωματικούς ανθρώπους», σύμφωνα με τους Νοτιοκορεάτες επιστήμονες. «Η διάχυση του ιού είναι παρατεταμένη. Επειδή η μετάδοσή του από τους ασυμπτωματικούς μπορεί να αποτελεί παράγοντα-κλειδί για την εξάπλωσή του στην κοινότητα, η επιτήρηση και η απομόνωση των ασυμπτωματικών ασθενών είναι αναγκαίες», προσθέτουν οι επιστήμονες.

«Η μελέτη δείχνει ότι οι ασυμπτωματικοί δεν διαφέρουν σε τίποτε από τον πληθυσμό με συμπτώματα, όσον αφορά το πόσο κορονοϊό μεταφέρουν στο σώμα τους. Συνεπώς, δεν υπάρχει κανένας πραγματικός λόγος για να πιστεύει κανείς a priori ότι θα μεταδίδουν διαφορετικά τον ιό», ανέφερε η ιολόγος Μάρτα Γκάγκλια του Πανεπιστημίου Ταφτς της Μασαχουσέτης, σύμφωνα με τους «Τάιμς της Νέας Υόρκης».

«Πρόκειται σίγουρα για σημαντικά ευρήματα και επιβεβαιώνουν αυτό που εδώ και καιρό υποπτευόμασταν, ότι τα ασυμπτωματικά κρούσματα μπορούν να μεταδώσουν τη λοίμωξη», δήλωσε ο διακεκριμένος επιδημιολόγος Μπένζαμιν Κάουλινγκ του Πανεπιστημίου του Χονγκ Κονγκ, ο οποίος, πάντως, εκτίμησε ότι επειδή οι ασυμπτωματικοί δεν βήχουν και δεν φταρνίζονται, στην πράξη, ίσως είναι λιγότερο αποτελεσματικοί στη μετάδοση του ιού σε άλλους, σε σχέση με όσους είναι ξεκάθαρα άρρωστοι. Από την άλλη πλευρά, όμως, σύμφωνα με την κ. Γκάγκλια, επειδή οι ασυμπτωματικοί τριγυρνάνε ελεύθερα είναι ευκολότερο να κολλήσουν ανυποψίαστους ανθρώπους.

ΑΠΕ-ΜΠΕ

Δεν υπάρχουν σχόλια: