14 Ιανουαρίου 2022

Ο ασθενής εγκέφαλος στα χρόνια της πανδημίας: ένα ιατρικό και κοινωνικό επείγον


 Οι άνθρωποι με νόσο ή τραυματισμό του εγκεφάλου, όπως είναι η άνοια, τα εγκεφαλικά επεισόδια και οι κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις, αντιμετωπίζουν σοβαρές και επιβαρυντικές για την ιατρική τους κατάσταση δυσκολίες λόγω των συνθηκών που επιβάλλει η πανδημία.

Έως τώρα, ευρήματα διεθνών μελετών διαπιστώνουν ότι  τα πρωτόγνωρα μέτρα περιορισμού και κοινωνικής απομόνωσης ευνοούν την εμφάνιση νευροψυχιατρικών συμπτωμάτων και συχνά επιδεινώνουν τη νοητική κατάσταση των ασθενών με άνοια και τραυματισμό του εγκεφάλου. Ειδικότερα, τα μέτρα περιορισμού έχουν συνδεθεί με τα καταθλιπτικά συμπτώματα, τις αγχώδεις εκδηλώσεις, την απάθεια, την ταχύτερη επιδείνωση της νοητικής κατάστασης και τη διαταραγμένη αίσθηση του εαυτού.

Η φροντίδα και η δυναμική αποκατάσταση των ασθενών αυτών στα χρόνια της πανδημίας περιορίζεται, είτε από την καταστολή των δραστηριοτήτων αποκατάστασης, είτε από την εμφάνιση συναισθηματικών και συμπεριφορικών προβλημάτων.

Κοινή εμπειρία από την Ελλάδα και από άλλες χώρες είναι ότι οι ασθενείς αυτοί είναι δυνατόν να βιώνουν την ειδική συνθήκη της κοινωνικής απόστασης και απομόνωσης ως «εγκλεισμό», καθώς η απομνημόνευση μίας νέας πληροφορίας, της πληροφορίας, δηλαδή, ότι ένας καταστροφικός μεταδοτικός ιός έχει προκαλέσει πανδημία, είναι δυσχερής ή και αδύνατο να επιτευχθεί από ένα τεράστιο ποσοστό αυτών των ατόμων. Την ίδια δυσκολία αντιμετωπίζουν και ως προς την κατανόηση της επιβολής των περιοριστικών μέτρων. Ως εκ τούτου, είναι δύσκολο ή και αδύνατο για τα άτομα αυτά να εφαρμόσουν για τη δική τους προστασία και για τη διαφύλαξη της δημόσιας υγείας το υγειονομικό πρωτόκολλο που επιβάλλεται στην πλειονότητα των χωρών, όπως είναι η χρήση μάσκας, το επαναλαμβανόμενο πλύσιμο των χεριών και η τήρηση των αποστάσεων. Για έναν ασθενή με άνοια ή εγκεφαλικό τραυματισμό, η συνάντηση με τους αγαπημένους του με την παρεμβολή ενός διαχωριστικού γυαλιού, και η απαγόρευση της αγκαλιάς σε μία δομή υγείας είναι πολύ συχνά καταστάσεις ακατανόητες.

Υπό φυσιολογικές συνθήκες οι Νευροψυχολόγοι σε συνεργασία με τις οικογένειες των ασθενών αυτών των κλινικών ομάδων βασίζουν μεγάλο μέρος της θεραπείας, της φροντίδας και της αποκατάστασής τους σε προγράμματα υποστήριξης και σε ομαδικές συνεδρίες, και ενθαρρύνουν τη συμμετοχή και την ενασχόληση με ποικιλία και εναλλαγή δραστηριοτήτων στην καθημερινή ζωή.  

Η ενεργός εμπλοκή αυτών των ασθενών στην κοινωνία είναι στρατηγικής σημασίας σύσταση στην κλινική πρακτική με στόχο τη βελτίωση της υγείας και της ποιότητας της ζωής τους. Εντούτοις, η πανδημία έφερε στην πρώτη γραμμή την κατασταλτική σύσταση: «Μη βγαίνετε», «Μην αγκαλιάζεστε», «Μην ακουμπάτε», «Μην οδηγείτε».

Η μακρά παραμονή διαβίωσης στις συνθήκες της πανδημίας έχει οδηγήσει στην αναδιαμόρφωση των πρωτοκόλλων φροντίδας και αντιμετώπισης των ασθενών με νόσο ή τραυματισμό του εγκεφάλου και έχουν εκδοθεί οδηγίες για την προστασία τους. Σημαντικά συστατικά των παρεμβάσεων προστασίας των κλινικών αυτών ομάδων κατά την πανδημία COVID-19 είναι η αυξημένη χρήση  της τεχνολογίας (π.χ. τηλε-συνεδρίες, η χρήση των υπηρεσιών του διαδικτύου, κ.α.), η συχνή παρακολούθηση της νευροψυχολογικής τους κατάστασης, δηλαδή η παρακολούθηση της νόησης, της συναισθηματικής τους κατάστασης, και της συμπεριφοράς τους, καθώς και η τακτικότερη υποστήριξη και συμβουλευτική των φροντιστών και της οικογένειας.  Στο ίδιο πνεύμα συνιστούμε τους ασθενείς να αντικαταστήσουν τις ευχάριστες και ευεργετικές συνήθειες που διατηρούσαν προ της πανδημίας, όπως η σωματική άσκηση και οι αθλητικές δραστηριότητες εκτός σπιτιού, με προσαρμοσμένες  δραστηριότητες εντός σπιτιού, ενώ ενθαρρύνουμε τη συχνότερη χρήση του τηλεφώνου και άλλης τεχνολογίας για την επικοινωνία με τους αγαπημένους τους.

Απαραίτητη προϋπόθεση της συνεργασίας των ασθενών με τους κλινικούς, με τους φροντιστές και με την οικογένειά τους για την εφαρμογή αυτών και άλλων παρόμοιων αντισταθμιστικών στρατηγικών είναι η κατανόηση της συνθήκης που δημιουργεί για τη ζωή τους η πανδημία COVID-19 και αυτό είναι ένα μείζον ζήτημα στο οποίο η παγκόσμια ερευνητική κοινότητα έχει μείνει πίσω. Δυσκολευόμαστε να απαντήσουμε ή και αγνοούμε για τους ασθενείς μας ερωτήματα όπως: Τι γνωρίζουν και τι κατανοούν για την πανδημία COVID-19; Πώς βιώνουν την απώλεια των πιο λειτουργικών ετών της ασθένειάς τους ζώντας απομονωμένοι; Πώς διαχειρίζονται την απομάκρυνση από τους άλλους ανθρώπους;

Οφείλουμε να αναρωτηθούμε μαζί με τους ασθενείς μας και να θέσουμε ως ιατρικό και κοινωνικό επείγον, και ως ερευνητική προτεραιότητα τις απαντήσεις στα ανωτέρω ερωτήματα.

 Της Αθανασίας Λιοζίδου

Νευροψυχολόγου, Υπεύθυνης Ιατρείου Μνήμης Ερρίκος Ντυνάν Hospital Center

Δεν υπάρχουν σχόλια: