12 Νοεμβρίου 2021

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΟΥ


 Το πρώτο μισό του 19ου αιώνα, στις αναπτυγμένες χώρες της Δύσης, ο σιδηρόδρομος ταυτίζεται με τη διερεύνηση του καπιταλισμού στα όρια της εθνικής αγοράς και λίγο αργότερα με το πρώτο κύμα διεθνοποίησης του συστήματος. Στις λιγότερο αναπτυγμένες χώρες, σε πολύ διαφορετικές συνθήκες, μετουσιώνεται σε μέσο ένταξης στο διεθνές σύστημα, με έντονα τα ιδεολογικά και γεωπολιτικά χαρακτηριστικά. Τα ίχνη αυτής της μετουσίωσης είναι ορατα σε όλη τη διάρκεια της ελληνικής σιδηροδρομικής ιστορίας.  

Ο Μαυροκορδάτος διατυπώνει εδώ το όραμα του εξευρωπαϊσμού και την πολιτική της εσωτερικής ανάπτυξης. Η εφεύρεση του ατμού και τα πλεονεκτήματα που προσφέρει καθιστούν απαραίτητη την εισαγωγή του και στην Ελλάδα. Η εισαγωγή και καθιέρωση του συναρτώνται ευθέως με τον «πολιτισμό» και την «ευπορία». Σε ένα κόσμο που αλλάζει χάρη στις τεχνολογικές ανακαλύψεις, η Ελλάδα δεν πρέπει να μείνει αμέτοχη. Η Ελλάδα ήταν, όπως επισήμανε ο Μαυροκορδάτος, από τις λίγες επικράτειες της Ευρώπης οι οποίες δεν διέθεταν σύγχρονα «μέσα ταχείας συγκοινωνίας».

Τα μεγάλα έργα (δρόμοι, διώρυγες, σιδηρόδρομοι), η προώθηση της επίλυσης του σιτικού προβλήματος μέσω του θεσσαλικού πειράματος, η χρησιμοποίηση του συστήματος της αναγκαστικής κυκλοφορίας, τα μεγάλα εξωτερικά δάνεια για την κάλυψη των πολεμικών δαπανών, οι ελλειμματικοί προϋπολογισμοί, η διόγκωση των φόρων, οι προστατευτικοί δασμοί, όλα συνιστούν στοιχεία μιας φιλόδοξης παρεμβατικής οικονομικής πολιτικής, που το κόστος της θα αντισταθμιζόταν από τις νέες δυνατότητες που θα διανοίγονταν με την επέλευση των μεγάλων γεωπολιτικών αλλαγών στη Βαλκανική και τη δημιουργία μιας μεγάλης Ελλάδας. Η καθυστέρηση αυτών των εξελίξεων, σε συνδυασμό με την μη επίλυση και σωστή αντιμετώπιση του σταδιφικου προβλήματος, συνέδραμαν στην εξωτερική χρεοκοπία του 1893.

Η ανάπτυξη του σιδηροδρομικού δικτύου στα τμήματα της Μακεδονίας και της Θράκης που ενσωματώθηκαν στην Ελλάδα μετά τους Βαλκανικούς πολέμους (1912-1913) συντελέστηκε την περίοδο 1871-1965, κάτω από δύο διαφορετικά πλαίσια, το οθωμανικό και το ελληνικό. Τον Ιούνιο του 1873 τέθηκε σε λειτουργία και το τμήμα γραμμής Αλεξανδρούπολη-Πύθιο-Αδριανουπολη, μήκους 149 χλμ. Η χρηματοδότηση των έργων κατασκευής εξασφαλίστηκε από την εταιρεία που ίδρυσε ο βαρόνος Μόρις ντε Χιρς ( Maurice de Hirsch), τραπεζίτης με διεθνείς διασυνδέσεις στους οικονομικούς και πολιτικούς κύκλους της εποχής. Η κατασκευή σιδηροδρομικού δικτύου στα μεγαλύτερα νησιά της Μεσογείου ξεκίνησε στο τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα. 

Η δημιουργία περιφερειακού δικτύου κάθε άλλο παρά λειτούργησε αποτρεπτικά για τη σιδηδρομικη σύνδεση της ελληνικής πρωτεύουσας με τη συνοριακή γραμμή (που έως το 1912 βρίσκεται στη Θεσσαλία). Παρά τη συνεχή επαναφορά του ζητήματος στο Κοινοβούλιο, η κατασκευή της γραμμής Πειραιάς -Λάρισα -σύνορα μετατέθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα. Μετά την έκπτωση δύο αναδόχων του Γάλλου Λ. Περντού (L. Perdoux) και του Αγγλου Εκερστλι (W. Eckersley) στη δεκαετία του 1880, η γραμμή τελικά θα κατασκευαστεί από γαλλική κοινοπραξία την περίοδο 1900-1909 και το 1920 θα αποτελέσει τμήμα των Σιδηροδρόμων Ελληνικού Κράτους.  

Το 1983 ιδρύθηκε ο σύλλογος «Φίλοι του Τρένου» ο οποιος έδωσε πεισματικές μάχες για να κρατήσει τους αρμόδιους φορείς και να αντιμετωπίσει τις αντιδράσεις που συναντούσε – και δεν ήταν λίγες. Το Μάιο του 1985 με απόφαση της υπουργού πολιτισμού Μελίνας Μερκούρη, το τρένο, το τροχαίο υλικό και όλες οι κτιριακές εγκαταστάσεις χαρακτηρίστηκαν «ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο που χρειάζεται ειδική κρατική προστασία». Το 1991 οι «Φίλοι του Τρένου» συνέβαλαν στην ίδρυση και λειτουργία του Σιδηροδρομικού Μουσείου στο σταθμό του Βόλου. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: